
"θα γράψω γι' αυτό", είπε το κορίτσι.
"κι έτσι θα το κάνω να ζήσει για πάντα."
Μπροστά μου η θάλασσα, απέραντη, γοητευτική, επιβλητική.
Πίσω μου η θάλασσα της ζωής.
Με κάνει πιο δυνατή ο πόνος που μου χάρισες κάποτε.
Ακούω το κύμα και μπορώ να διακρίνω την αύρα σου μέσα της.
Και ποιος να το 'λεγε, τόσα χρόνια μετά, πως θα 'σαι ακόμα κρυμμένος μέσα στα κείμενά μου.
Ακούω τη φωνή μου, ακούω ένα παλιό τραγούδι, ακούω την αγάπη να ταξιδεύει στον άνεμο.
Κάποιος, κάπου, ίσως μόλις ερωτεύτηκε.
Είμαι νερό, είμαι δική σου, δεν ανήκω σε κανέναν.
Μόνο γελαστοί ψίθυροι των στιγμών μου μπορούν να πάρουν ζωή για τους άλλους.
"θα γράψω γι' αυτό", είπε το κορίτσι.
Και τρέχοντας, βούτηξε στη θάλασσα, φεύγοντας μακριά απ' την κατάρα που άδικα κάποτε της δωρίστηκε.
Η αγάπη με έσωσε, αυτή με κράτησε ζωντανή.
Όχι η δική σου.
Η δική μου.